Ο Γιώργης Καράμπελας, παραχώρησε συνέντευξη στο Futsalhellas.com, λίγα 24ωρα μετά την κατάκτηση του Κυπέλλου από τον Δούκα. Ο 18χρονος αναδείχθηκε MVP, πραγματοποιώντας μια εξαιρετική εμφάνιση και αποδεικνύοντας ότι πρόκειται για ένα πραγματικό ταλέντο, το οποίο θα μπορούσε να είχε πολύ μέλλον στο άθλημα. Ας όψονται όμως οι σπουδές του στο εξωτερικό, που θα βάλουν φρένο στην ενασχόλησή του με τη σάλα.
Ο ίδιος μίλησε για την φετινή πορεία, για το πώς ήρθε το νταμπλ, για την κατάρρευση της οροφής του ΔΑΪΣ και την διαχείριση απ’ όλη την ομάδα, για την αλλαγή προπονητικού τιμ, την κατάκτηση του βραβείου, το δικό του μέλλον και όχι μόνο. Ένα παιδί συγκροτημένο, με περγαμηνές, επιδραστικό στο παιχνίδι του Δούκα, που ανοίγει τα φτερά του, κυνηγώντας τα δικά του όνειρα. Αν υπάρξουν οι προϋποθέσεις, μπορεί και να ασχοληθεί εκ νέου με το futsal.
Αναλυτικά οι δηλώσεις του:
Στο ξεκίνημα της σεζόν πίστευες ότι όλοι οι εγχώριοι τίτλοι θα γίνονταν δικοί σας; Κυριαρχήσατε παντού.
“Το ξεκίνημα της σεζόν (σε εγχώριο επίπεδο) ήταν κάπως περίεργο για εμένα, διότι προερχόμασταν ως ομάδα από έναν απογοητευτικό αποκλεισμό από την προκριματική φάση του Champions League. Επομένως, παρά το γεγονός ότι γνώριζα πως έχουμε μια πολύ καλή ομάδα με ικανούς παίκτες, η «αποτυχία» (σε εισαγωγικά, διότι ενώ κάναμε ένα ικανοποιητικό από πλευράς συγκομιδής βαθμών τουρνουά, εν τέλει δεν προκριθήκαμε στην επόμενη φάση) στο Champions League με «γείωσε» λιγάκι, μέχρι και την κατάκτηση του Super Cup, όπου συνειδητοποίησα και πάλι τις δυνατότητες της ομάδας, καθώς και τις αυξημένες πιθανότητες για την κατάκτηση τόσο του Πρωταθλήματος, όσο και του Κυπέλλου. Γενικότερα, δεν μου αρέσει να κάνω τόσο μακροχρόνιες προβλέψεις, ωστόσο ήμουν σίγουρος πως ο φετινός Δούκας θα έκανε μια αξιόλογη πορεία, ανεξάρτητα από την κατάκτηση κάποιου τροπαίου”.
Ποια ήταν τα κλειδιά για να έρθουν βαφτούν μπλε οι κούπες;
“Το βασικό συστατικό για την τόσο μεγάλη επιτυχία του Δούκα τη φετινή χρονιά, πιστεύω πως είναι η πληρότητα του roster. Το να έχει μια ομάδα τουλάχιστον 3 καλούς και ολοκληρωμένους ποδοσφαιρικά παίκτες σε κάθε θέση, είναι ένα τεράστιο πλεονέκτημα, το οποίο έθεσε και τις βάσεις για τις επιτυχίες της σεζόν. Εκτός από αυτό, θεωρώ πως ήταν άκρως σημαντική η γρήγορη προσαρμογή των μεταγραφικών αποκτημάτων του περσινού καλοκαιριού στην ομάδα, καθώς οι παίκτες αυτοί, όχι απλά βοήθησαν, αλλά αποδείχτηκαν και από τα βασικά γρανάζια της ομάδας, συμβάλλοντας σε μεγάλο βαθμό στις επιτυχίες της. Ακόμη, δεν θα μπορούσα να αμελήσω τη σκληρή δουλειά του προπονητικού τιμ, τις ηγετικές προσωπικότητες που έχει η ομάδα στα πρόσωπα των «παλιών», οι οποίες έπαιξαν εξίσου καθοριστικό ρόλο με τους νέους παίκτες, και τέλος, το ομαδικό και παράλληλα φιλικό κλίμα που επικρατούσε σε αγώνες και προπονήσεις, που διατηρούσε την ομάδα ενωμένη και παθιασμένη για την επίτευξη των στόχων της”.
Το πρόβλημα με το ΔΑΪΣ πώς το αντιμετωπίσατε; Τι είπατε μεταξύ σας;
“Η κατάρρευση του κλειστού γυμναστηρίου του ΔΑΪΣ ήταν ένα ξαφνικό σοκ για όλα τα τμήματα του ΑΣΕΔ, καθώς έχασαν κυριολεκτικά τη στέγη τους. Μεταξύ των παικτών δεν υπήρξαν τόσες κουβέντες σχετικά με το συμβάν, όσο για το μέλλον της ομάδας, το οποίο εκείνη τη στιγμή ήταν αβέβαιο. Αρχικά, μέχρι τα πράγματα να μπουν σε μια σειρά, η κατάσταση ήταν πολύ δύσκολη και μάλιστα, φτάσαμε στο σημείο να κάνουμε και κάποιες προπονήσεις σε ανοιχτό γήπεδο. Η διοίκηση της ομάδας ωστόσο, λειτούργησε γρήγορα και αποτελεσματικά και καταφέραμε έτσι, να εξασφαλίσουμε προπονήσεις στο κλειστό γήπεδο της Πολιτείας, αλλά και σε αυτό του Ολυμπιακού Χωριού. Έκανε, επομένως, την καλύτερη δυνατή δουλεία και παρότι οι συνθήκες δεν ήταν απόλυτα ιδανικές (π.χ. το κλειστό του Ολυμπιακού Χωριού δεν έχει γραμμές πλαγίου και άουτ), η ομάδα δεν τα παράτησε, συνέχισε να προπονείται σε κανονικούς ρυθμούς και εν τέλει, μετά το αρχικό σάστισμα, έφτασε στην κατάκτηση και των δύο τροπαίων”.
Πόσο εύκολη ή δύσκολη ήταν η μετάβαση με την αλλαγή προπονητή;
“Η αλλαγή προπονητή έγινε στα μέσα της φετινής χρονιάς, γεγονός που έκανε την μετάβαση αυτή ελαφρώς πιο δύσκολή από ότι θα ήταν υπό άλλες συνθήκες. Ωστόσο, το προπονητικό δίδυμο Μοστριού – Κουτσιλά είχε ξαναβρεθεί στον ΑΣΕΔ και επομένως, η επιστροφή τους ήταν κάτι σαν επανένωση με το σωματείο και την πλειοψηφία των παικτών. Ακόμη κι εγώ, που είμαι μικρός, τους είχα προλάβει και γνώριζα την αφοσίωση, το πάθος και τον επαγγελματισμό που επιδεικνύουν όταν είναι επικεφαλής σε μια ομάδα. Από τη μία πλευρά, πολλοί παίκτες είχαν ήδη εμπειρία από τους προπονητές λόγω της προηγούμενης θητείας τους στον Δούκα, ενώ άλλοι, είχαν συνεργαστεί μαζί τους την περσινή χρονιά στην ομάδα του Ηνίοχου. Συνολικά, λοιπόν, μπορώ να πω πως η μετάβαση αυτή έγινε ομαλά και με απόλυτη επιτυχία”.
MVP του τελικού, πώς αισθάνεσαι;
“Δεν νομίζω ότι μπορώ να περιγράψω με ακρίβεια τα συναισθήματά μου. Από τη μία, νιώθω σίγουρα ευτυχισμένος και χαρούμενος, διότι μαζί με την διάκριση σε ομαδικό, ήρθε και μια διάκριση σε ατομικό επίπεδο. Ωστόσο, η άποψή μου είναι ότι αν κρίνει κανείς καθαρά βάσει απόδοσης, υπήρχαν παίκτες του Δούκα που άξιζαν αυτό το βραβείο περισσότερο από ότι εγώ. Παρ’ όλα αυτά, το βραβείο είναι σίγουρα κάτι σημαντικό για εμένα και θα έλεγα μάλιστα πως ήταν και ένας όμορφος τρόπος για να κλείσει το κεφάλαιο του futsal εδώ”.
Σκέφτεσαι να παίξεις futsal στο εξωτερικό; Έχω μάθει ότι φεύγεις και για σπουδές έξω.
“Η αλήθεια είναι πως δεν έχω ψάξει πολύ το όλο θέμα, διότι υπήρχαν και εκκρεμούν ακόμη και άλλα ζητήματα, πιο σημαντικά για εμένα, τα οποία πρέπει να τακτοποιηθούν. Η αλλαγή αυτή – η εγκατάσταση στο εξωτερικό – είναι μια δύσκολη διαδικασία και καλώς ή κακώς, όταν με το καλό καταφέρω να εγκατασταθώ εκεί, προτεραιότητά μου θα αποτελούν οι σπουδές και όχι το futsal. Αν συνειδητοποιήσω πως σε καθημερινή βάση, μου μένει αρκετός ελεύθερος χρόνος από τις υποχρεώσεις του πανεπιστημίου, ενδεχομένως να αναζητήσω κάποια ομάδα και αν βρω, εννοείται πως θα συνεχίσω να παίζω το άθλημα που αγαπώ”.
Ποια είναι τα δυνατά σημεία στο παιχνίδι σου και σε ποια θα ήθελες να βελτιωθείς;
“Θεωρώ πως το πιο δυνατό στοιχείο που διαθέτω είναι η ψυχραιμία μου μέσα στο παιχνίδι, την οποία – νομίζω τουλάχιστον, πως – σπάνια χάνω. Επιπλέον, θα έλεγα πως το κομμάτι που με χαρακτηρίζει ως παίκτη είναι περισσότερο αυτό του δημιουργού, παρά αυτό του εκτελεστή, μια ιδιότητα, στην οποία πιστεύω πως υστερώ λιγάκι. Μάλιστα, αν επέλεγα έναν τομέα όπου πιστεύω πως χρειάζομαι βελτίωση, θα ήταν αυτό ακριβώς το κομμάτι – το κομμάτι της αποτελεσματικότητας στο τελείωμα των φάσεων, διότι παρά το γεγονός ότι είμαι σχετικά καλός στο να δημιουργώ φάσεις, το αποτέλεσμα στο τελείωμα συνήθως δεν είναι ικανοποιητικό. Τέλος, θα ήθελα να βελτιώσω και ελαφρώς το κομμάτι της σωματικής μου δύναμης, αλλά αυτό είναι μια άλλη κουβέντα”.
Πώς είδες τον εγχώριο ανταγωνισμό φέτος;
“Ο ανταγωνισμός γίνεται ολοένα και πιο δυνατός με το πέρασμα του χρόνου, δυστυχώς όμως, αναφορικά με τις «δυνατές» ομάδες του πρωταθλήματος. Μάλιστα, το τέλος της κανονικής διάρκειας βρήκε τον – εν τέλει πρωταθλητή – Δούκα 3ο στην κατάταξη του βαθμολογικού πίνακα, γεγονός που αποδεικνύει και το ότι το επίπεδο του ελληνικού futsal είναι πιο υψηλό. Το μειονέκτημα του ελληνικού πρωταθλήματος ωστόσο, είναι, κατά τη γνώμη μου, το γεγονός ότι υπάρχει ένα χάσμα ανάμεσα στις πρώτες και τις τελευταίες ομάδες του πρωταθλήματος, οι οποίες είναι αντικειμενικά, σαφώς υποδεέστερες από πλευράς δύναμης (χωρίς να θέλω να υποβαθμίσω το ταλέντο που κατέχουν). Επομένως, όσον αφορά την κορυφή του βαθμολογικού πίνακα και, παρά την αποχώρηση του Παναθηναϊκού από τα φετινά play-offs, το επίπεδο και ο ανταγωνισμός παραμένουν υψηλά και πιστεύω πως θα συνεχίσουν να αυξάνονται, ενώ είναι σίγουρο πως υπάρχει γενικότερα χώρος για βελτίωση στο ελληνικό futsal, αρκεί να υπάρχει ταλέντο, θέληση για δουλειά και άνθρωποι που είναι πρόθυμοι να προωθήσουν το άθλημα και να αυξήσουν τη δημοτικότητά του στην Ελλάδα”.